Το Μοσχάτο Σπίνας είναι κλώνος μιας από τις παλαιότερες γνωστές ποικιλίες σταφυλιών, του Μοσχάτου Λευκού Μικρόρωγου. Η προέλευσή του είναι αβέβαιη, αλλά πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι προέρχεται από την Ελλάδα, όπου καλλιεργείται σε πολλές περιοχές, όπως στη Σάμο και την Κεφαλονιά. Έχει επίσης ταξιδέψει και καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο, κυρίως στη Γαλλία, την Ιταλία και τις ΗΠΑ. Στην Κρήτη έχει μακρά ιστορία καλλιέργειας και χρησιμοποιείται γενικά για ξηρούς οίνους. Παράγει τα πιο αρωματικά κρασιά του νησιού. Έχουν έντονα φρουτώδη και λουλουδάτα αρώματα φλούδας πορτοκαλιού, λάιμ, άνθους λεμονιάς και τριαντάφυλλου. Παράγεται κυρίως ως μονοποικιλιακό κρασί.
Στον αμπελώνα προσαρμόζεται εύκολα σε πολλά εδάφη και τοποθεσίες. Ωστόσο, είναι δύσκολο να αναπτυχθεί καθώς είναι πολύ ευαίσθητο τόσο σε ωίδιο, περονόσπορο, βοτρύτη και ευδεμίδα. Η παραγωγικότητά του όμως δεν είναι χαμηλή, επομένως παραμένει ένα βιώσιμο σταφύλι για καλλιέργεια.
Η Κρήτη λειτουργεί ως πολύ πλούσια βάση δεδομένων μοναδικού αμπελουργικού υλικού γι’ αυτό το σταφύλι, καθώς υπάρχουν πολλοί αμπελώνες που πλησιάζουν τα 120 χρόνια, φυτεμένοι πριν η φυλλοξήρα οδηγήσει στην ομογενοποίηση του γενετικού υλικού των ποικιλιών σε όλο τον κόσμο. Οι κύριες περιοχές καλλιέργειας αυτού του σταφυλιού συγκεντρώνονται στην κεντρική Κρήτη, γύρω από τα χωριά Μάζα, Σπίνα και φυσικά στους αμπελώνες του Ηρακλείου. Οι περισσότεροι αμπελώνες βρίσκονται σε υψόμετρο από 500 έως 900 μ. και τα κρασιά μπορούν να δείξουν παρόμοια φρεσκάδα με αυτά των ορεινών περιοχών της Σάμου, με χαρακτηριστική έντονη οξύτητα.